Τα Χριστούγεννα είναι ο διθύραμβος μιας άγριας μάχης. Ανθρωπος και Φύση αναμετριούνται με το πάθος εραστών, κι από την μάχη τους ζητούν να στεφανώσουν και να στεφανωθούν το Θείο. Τίποτε γλυκερό δεν χαλάει το μεγαλείο τούτης της μάχης. Με την άνευ οδυνών γέννα του Θεανθρώπου και την εναπόθεσή του στην φάτνη των ζώων, ευλογούνται οι γέννες των ανθρώπων, λασπωμένες, αιματηρές, με κραυγές και όρκους, η μάχη που δίνει η ζωή να βγει στο φως.
Ολες οι γιορτές των ανθρώπων τιμούν αυτή την μάχη, κι όλοι οι θεοί την καθαγιάζουν. Ευλογούν τους σπόρους τον Νοέμβριο όπως ευλογούν τους καρπούς τον Αύγουστο. Περιφέρουν τον Μεγάλο Νεκρό την Ανοιξη και σπάνε το κόκκινο αυγό την Λαμπρή.
Τα Χριστούγεννα είναι ο θρίαμβος της παλλόμενης, ζεστής ζωής στην καρδιά του παγωμένου χειμώνα, όπως η Ανάσταση είναι η νίκη της ψυχής που φτερουγίζει ελέυθερη και αναγεννημένη την άνοιξη. Η Ανάσταση αναφέρεται στο υπερβατικό, σε αυτό που μπορεί ή δεν μπορεί ο νους του σύγχρονου ανθρώπου να πιστέψει, αλλά στην αρχαιότητα οι άνθρωποι δεν είχαν δυσκολία να προσεγγίσουν, είτε στις λαϊκές ιεροπραξίες τους είτε στην φιλοσοφία.
Δαιμόνια και καλλικάτζαροι παλεύουν να τραβήξουν τον άνθρωπο στην άβυσσο, εκεί όπου οι σκιές μεγαλώνουν, η φαντασία κατασκευάζει ή ξεχωρίζει τέρατα, και η ψυχή αναστατώνεται από τον τρόμο. Εκεί οι δυνατές καρδιές και οι ρωμαλαίοι σπόροι δυναμώνουν και παίρνουν τον δρόμο για τα Επάνω. Σαν φθάσουν στο φως, δεν ξεχνούν τους δαίμονές τους, δεν τους περιφρονούν υπεροπτικά, γιατί πάντοτε παραμονεύουν για να τους θυμίζουν την χωμάτινη σάρκα τους, αλλά τους ελέγχουν, μαθαίνουν στα παιδιά τους πώς να προστατεύονται από αυτούς, προφυλάσσουν τα σπίτια τους και το βιος τους, κατανοούν και γιορτάζουν την νίκη, αυτοί, μέσα από εκατομμύρια άλλους σπόρους, να είναι οι διαλεχτοί της Μοίρας για το πέρασμα στο Φως.
Κάποιοι μωροί και δυσοίωνοι, ισχυρίζονται πως εκείνοι ήσαν άλλοι άνθρωποι, παλιοί. Δικαιολογίες για να καλύψουν την δική τους ισχνή θέληση, την νωθρότητα, την τεμπελιά, την υποταγή. Ανθρωποι είναι αυτοί που κοιτούν προς τα πάνω, όπως οι σπόροι σηκώνουν κεφάλι, ξετσουμίζουν, δίνουν μάχη με τα τρυφερά πράσινα κλαδιά τους, και μέσα από την γη, πασαλειμένοι χώμα όπως οι άνθρωποι πασαλίβονται αίμα, βρίσκουν το φως.
Ο Δημιουργός, Αυτός που έφτιαξε τον κόσμο Του απόλυτο αγαθό, αληθινό κι ωραίο, έδειξε στον άνθρωπο πώς να είναι ευτυχισμένος. Επέλεξε γι’ αυτό δυο ομάδες ανθρώπων που μπορούν να αντιληφθούν την Αλήθεια και την Φύση Του: τους βοσκούς και τους μάγους. Οπως τότε, έτσι και τώρα, οι άνθρωποι της Φύσης οι οποίοι την προσεγίζουν και την τιμούν βιωματικά, είναι αυτοί οι οποίοι αντέχουν να κρατούν ανοιχτό τον νου και την καρδιά τους στον Θεό.
Αυτές οι παιδικές ψυχές, οι οποίες αγκαλιάζουν το ακατανόητο χωρίς να ζητούν να το κατεβάσουν στα μέτρα τους, μα το τιμούν και το υπηρετούν φυλάσσοντάς το, εργαζόμενοι για την επιβίωση και την σωτηρία του, είναι αυτοί οι οποίοι σώζονται.
Είναι αυτοί οι σοφοί οι οποίοι καβάλα σε γαϊδουράκι ή σε καμήλες, αψηφούν τους απογραφείς και τους βασιλείς. Αυτοί που ξεγελούν τους εξουσιαστές που προσπαθούν να τους ξεγελάσουν, πως τάχα κι αυτοί το “παιδίον νέον” επιθυμούν να προσκυνήσουν, και παίρνουν άλλους δρόμους, επειδή πίστεψαν “κατ᾿όναρ μη ανακάμψαι προς Ηρῴδην”, αλλά “δι᾿άλλης οδού ανεχώρησαν”. Αραβες, Πέρσες, Ινδοί, σοφοί ιερείς που πιστεύουν τους αγγέλους όταν τους γνέφουν πως το αδύνατο είναι δυνατό, πως η στέρφα και η παρθένος θα γεννήσουν. Κι ακόμη, αυτοί που προστατεύουν και μνηστεύονται τις αλαφροϊσκιωτες ψυχές, εκείνες που ακούν τους αγγέλους, όταν τους ανακοινώνουν τον προορισμό τους, κι αναφωνούν το “γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου”.
Είναι κι οι ποιητές που εύχονται “Νάμουν του στάβλου έν’ άχυρο…την ώρα π’ άνοιγ’ ο Χριστός στον ήλιο του το μάτι”. Είναι οι μακάριοι ειρηνοποιοί οι οποίοι σε έναν κόσμο που επιλέγει συνειδητά την πτώση, επιμένουν με αδιατατάραχτη πίστη να ψάλλουν το “Δόξα εν υψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία”.
Σε όλους μας δίνεται η ευκαιρία να διαλέξουμε ποιοι θα είμαστε στην μάχη της Ζωής, ώστε να αξιωθούμε να αντικρύσουμε τον Ηλιο της Δικαιοσύνης την μέρα της ανεσπέρου βασιλείας του. Αμποτε.
Καλά Χριστούγεννα!
ΕΙΡΗΝΗ ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΥ