
“Στην πολιτική τίποτε δεν είναι γραμμένο στην πέτρα”. Η φράση κυκλοφορεί ευρέως και θα μπορούσαμε να προσθέσουμε ότι ακόμη και οι πέτρες σπάνε όπως επί Μωυσέως, και νέες, εν ανάγκη, χαράσσονται.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι ο κατεξοχήν χώρος όπου μπορούν να δοκιμαστούν συμμαχίες, να γίνουν συνεννοήσεις και να επιτευχθούν νέες ισορροπίες, μακριά από τα πάθη και τους μικροκομματισμούς της εθνικής πολιτικής. Συχνά οι πολιτικές αναδιατάξεις περνούν απαρατήρητες και ως ήσσονος σημασίας ή αποκλειστικά προς όφελος του ενδιαφερομένου. Δεν είναι βέβαια αυτές οι ερμηνείες μακριά από την πραγματικότητα, αλλά είναι μία μόνο πλευρά της.
Για όσους δεν το γνωρίζουν, οι βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου χωρίζονται σε πολιτικές ομάδες. Αυτό σημαίνει ότι δεν οργανώνονται με βάση την εθνικότητά τους αλλά με βάση την πολιτική τους τοποθέτηση. Για να σχηματιστεί μια πολιτική ομάδα απαιτούνται τουλάχιστον 23 βουλευτές οι οποίοι πρέπει να εκπροσωπούν τουλάχιστον το ένα τέταρτο του συνόλου των κρατών μελών. Απαγορεύεται η ένταξη ενός βουλευτή (βουλευτή, όχι εθνικού κόμματος) σε περισσότερες από μία πολιτικές ομάδες. Ορισμένοι βουλευτές δεν εντάσσονται σε καμία πολιτική ομάδα και στην περίπτωση αυτή ανήκουν στους «Μη Εγγεγραμμένους» βουλευτές.
Κάθε πολιτική ομάδα μεριμνά για την εσωτερική της οργάνωση ορίζοντας έναν ή μια πρόεδρο (ή, σε ορισμένες ομάδες, δύο συμπροέδρους), ένα προεδρείο και μια γραμματεία.
Τα τελετουργικά και σημειολογικά στοιχεία αυτών των ευρωδιαχωρισμών ακολουθούν κατά κανόνα αυτά των εθνικών κοινοβουλίων. Επί παραδείγματι, οι θέσεις των βουλευτών στην αίθουσα συνεδριάσεων της ολομέλειας αποφασίζονται, όπως και στο Ελληνικό κοινοβούλιο, βάσει της πολιτικής τοποθέτησης των Ευρωβουλευτικών ομάδων, από τα αριστερά προς τα δεξιά, μετά από συμφωνία μεταξύ των προέδρων των ομάδων.
Σήμερα υπάρχουν 7 πολιτικές ομάδες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, από τις οποίες θα σταθούμε σε αυτές της Κεντροδεξιάς και της Δεξιάς.
Κoιvoβoυλευτική Ομάδα τoυ Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (Χριστιαvoδημoκράτες-Κεντροδεξιά)
Σε αυτήν, ενδεικτικά, έχουν ενταχθεί η Ελένη Σταύρου κι ο Λουκάς Φουρλάς που έχουν εκλεγεί με τον Δημοκρατικό Συναγερμό της Κύπρου, Ευρωβουλευτές από τους Ρεπουμπλικάνους (που ίδρυσε ο πρώην Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας Νικολά Σαρκοζί) και τους Κεντρώους της Γαλλίας, τη Φόρτσα Ιτάλια (το κόμμα του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, ιδρυτικό μέλος του οποίου είναι ο Αντόνιο Ταγιάνι, πρώην Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και νυν Υπουργός Εξωτερικών της Ιταλίας στην κυβέρνηση της Τζώρτζια Μελόνι, κόμμα με το οποίο έχει εκλεγεί Ευρωβουλευτής και η Αλεσάντρα Μουσολίνι, εγγονή του Μπενίτο, η οποία και διαδέχθηκε τον Ταγιάνι μετά την υπουργοποίησή του), καθώς και οι Ευρωβουλευτές της Νέας Δημοκρατίας.
Ομάδα της Προοδευτικής Συμμαχίας των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Renew Europe (Ανανεώστε την Ευρώπη)
Στην Φιλελεύθερη αυτή Ευρωπαϊκή ομάδα, την τρίτη σε δύναμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, έχει ενταχθεί μεταξύ άλλων η Ανανέωση του Γάλλου Προέδρου Εμμανουέλ Μακρόν, και ο Έλληνας Ευρωβουλευτής Γιώργος Κύρτσος.
Ομάδα των Πρασίνων / Ευρωπαϊκή Ελεύθερη Συμμαχία
Ομάδα Ταυτότητας και Δημοκρατίας
Σε αυτήν εντάσσονται οι εκλεγμένοι με την Εθνική Συσπείρωση της Μαρίν Λεπέν, την Εναλλακτική για την Γερμανία, το Βλάαμς Μπέλανγκ της Φλάνδρας, και την Λέγκα (το κόμμα του Ματέο Σαλβίνι).
Ομάδα των Ευρωπαίων Συντηρητικών και Μεταρρυθμιστών.
Σε αυτήν έχουν ενταχθεί ο Έλληνας Ευρωβουλευτής Εμμανουήλ Φράγκος ο οποίος εξελέγη με την Ελληνική Λύση, Ευρωβουλευτές του Ισπανικού Βοξ, και Ευρωβουλευτές των Φρατέλι ντ’ Ιτάλια (της Ιταλίδας Πρωθυπουργού Τζώρτζια Μελόνι).
Ομάδα της Αριστεράς στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο – GUE/NGL
Η μετακίνηση Ευρωβουλευτών μεταξύ γειτονικών πολιτικά ομάδων ή η συμμετοχή βουλευτών οι οποίοι έχουν εκλεγεί υπό τα λάβαρα ενός και του αυτού εθνικού κόμματος σε δύο διαφορετικές Ευρωκοινοβουλευτικές ομάδες, δεν είναι σύνηθες αλλά ούτε και σπάνιο φαινόμενο.
Μια πρόσφατη μετακίνηση είναι, επί παραδείγματι, αυτή του Γιώργου Κύρτσου. Ο γνωστός δημοσιογράφος, αφού πέρασε από τον ΛΑΟΣ, προερχόμενος από την ΚΝΕ, εξελέγη Ευρωβουλευτής με την Νέα Δημοκρατία και εντάχθηκε στην ομάδα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος. Μετά την διαγραφή του από την ΝΔ, τον Φεβρουάριο του 2022, εξαιτίας της κριτικής την οποίαν άσκησε στην κυβέρνηση της Ελλάδος αναφορικά με την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης, τον χειρισμό της πανδημίας και το «σκάνδαλο Novartis», εντάχθηκε, τον Μάιο της ίδιας χρονιάς, στην ομάδα Renew.
Μια νέα αναδιάταξη αναμένεται με την εκλογή του Νίκου Χριστοδουλίδη ως νέου προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Όπως αναφέρει η εφημερίδα Καθημερινή Κύπρου, το κύριο ερώτημα είναι αν το κεντροδεξιό Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα θα κρατήσει για ακόμα πέντε χρόνια την έδρα της Κύπρου στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ή αν οι Φιλελεύθεροι του Εμμανουέλ Μακρόν θα αποκτήσουν ακόμα ένα μέλος. Όπως αναφέρει η εφημερίδα, πηγές από το ΕΛΚ θεωρούν πως η συμμετοχή Χριστοδουλίδη στην κεντροδεξιά ομάδα έχει “κλείσει”.
Μεταξύ των δύο Κυριακών, ο κ. Χριστοδουλίδης φέρεται να ζήτησε, σύμφωνα με την εφημερίδα, από τον Αβέρωφ Νεοφύτου τη στήριξή του ώστε να συμμετάσχει στο ΕΛΚ, προκαλώντας την αντίδραση του κ. Νεοφύτου. Μετά τη δεύτερη Κυριακή όμως οι συνθήκες άλλαξαν και ο πρόεδρος του ΕΛΚ Μάνφρεντ Βέμπερ φέρεται να τάσσεται υπέρ της «ένταξης» Χριστοδουλίδη, με τον κ. Νεοφύτου να ανοίγει τον δρόμο για τη συμμετοχή του μέχρι προ μερικών ημερών αποστάτη στη «μίνι-σύνοδο» του ΕΛΚ στις 23 Μαρτίου στις Βρυξέλλες.
Ακόμη μεγαλύτερη αναδιάταξη στην Κεντροδεξιά και στην Δεξιά θα φέρει μια πιθανή αποχώρηση της Φόρτσα Ιτάλια από τους κόλπους του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος. Αφορμή για αυτό το ευρωντόμινο φαίνεται να είναι μια δήλωση του Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Όπως μεταδίδει από τη Ρώμη ο Θεόδωρος Ανδρεάδης Συγγελάκης, οι δηλώσεις του πρώην Πρωθυπουργού, πρώην Ευρωβουλευτή και νυν μέλους της ιταλικής Γερουσίας, προκάλεσαν ουσιαστικές συνέπειες: “Αν ήμουν πρωθυπουργός, δεν θα συναντούσα τον Ζελένσκι. Αν είχε σταματήσει τις επιθέσεις κατά των δυο αυτόνομων δημοκρατιών του Ντονμπάς, τα υπόλοιπα δεν θα είχαν συμβεί”, δήλωσε ο κ. Μπερλουσκόνι.
Ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, κ. Βέμπερ, ανακοίνωσε ότι μετά από τις δηλώσεις αυτές, το ΕΛΚ αποφάσισε να ακυρώσει συνέδριο και σεμινάριο τα οποία θα πραγματοποιούνταν στην Νάπολη στις αρχές Ιουνίου, αφού, όπως διέρρευσε, ευρωβουλευτές από εννέα χώρες απείλησαν ότι θα το μποϊκόταραν, αν δεν ακυρωνόταν.
“Η στήριξη της Ουκρανίας δεν είναι κάτι προαιρετικό” δήλωσε χαρακτηριστικά ο κ. Βέμπερ. Πρόσθεσε ότι θέλει να συνεχίσει να συνεργάζεται με την ιταλική κυβέρνρνηση και ότι στηρίζει την Φόρτσα Ιτάλια και τον αντιπρόεδρό της, Αντόνιο Ταγιάνι, ενώ το ΕΛΚ φαίνεται να εξετάζει συμπόρευση με την Τζώρτζια Μελόνι.
Με τις Ευρωεκλογές του 2024 σε απόσταση ενός έτους, οι πολιτικές ζυμώσεις εντός του κόλπου της ευρωπαϊκής Δεξιάς, φαίνεται ότι βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη. Πολλά ιταλικά μέσα ενημέρωσης υπογραμμίζουν ότι προμηνύεται καθοριστική αλλαγή συμμαχιών στο Ευρωκοινοβούλιο.
Μετά και από το «Κατάρ Γκέιτ» η συμπόρευση της κεντροδεξιάς του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος με τους «τοξικούς» πλέον Σοσιαλιστές, φαίνεται να τελειώνει και, ως εναλλακτική διαφαίνεται μια συμπόρευση του ΕΛΚ με τους Φιλελεύθερους αλλά και με τους Ευρωπαίους Συντηρητικούς και Μεταρρυθμιστές, των οποίων ηγείται η Ιταλίδα πρωθυπουργός Τζώρτζια Μελόνι.
“Εγώ τάσσομαι υπέρ αυτής της λύσης. Θεωρώ ότι η συνέχιση της συμμαχίας με τους Σοσιαλιστές, πλέον, είναι απίθανη. Θα δούμε τις ισορροπίες δυνάμεων μετά από τις Ευρωεκλογές, αλλά ο δρόμος που πρέπει να ακολουθήσουμε, είναι ακριβώς αυτός”, δήλωσε ο Ιταλός υπουργός Εξωτερικών και αντιπρόεδρος της Φόρτσα Ιτάλια, Αντόνιο Ταγιάνι.
Μια ακόμη απορρόφιση της Δεξιάς από την Κεντροδεξιά, ή ένας διεμβολισμός της Κεντροδεξιάς από Δεξιότερα στοιχεία που θα προκαλέσουν πιο συντηρητικές πολιτικές λιγότερο στα λόγια και περισσότερο στην πράξη;
Μια ακόμα σημαντική εξέλιξη στους κόλπους της ΕΕ δείχνει ακριβώς την ρευστότητα των εξελίξεων και το ευμετάβλητο των αντιπαραθέσεων, κάτω βεβαίως από τους κατάλληλους χειρισμούς.
Είναι γνωστή η αντιπαράθεση της ΕΕ με την Ουγγαρία του Βίκτωρ Όρμπαν. Υπενθυμίζουμε ότι ο Ούγγρος Πρωθυπουργός αρνήθηκε να στείλει όπλα στην Ουκρανία, μετά την εισβολή της Ρωσίας, λέγοντας πως δε θέλει να συρθεί η χώρα του στον πόλεμο. Μάλιστα τον περασμένο μήνα εξαπέλυσε επίθεση κατά της Γερμανίας με αφορμή την απόφασή της να στείλει βαριά άρματα μάχης στην εμπόλεμη χώρα.
Αλλά, όπως σημειώνει η Ναυτεμπορική, αυτό δεν τον εμποδίζει από το να προσπαθήσει να μετατρέψει την Ουγγαρία σε κόμβο ανάπτυξης της βιομηχανίας οπλικών συστημάτων, με σημαντικά οφέλη για την χώρα του, αφού, ως γίνεται αντιληπτό, σε κάθε περίπτωση οφελημένοι από τον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας θα είναι οι κατασκευαστές και οι έμποροι όπλων. Αυτό όμως σημαίνει εμβάθυνση των σχέσεων της Βουδαπέστης με γερμανικές εταιρείες, όπως αναφέρει σε ρεπορτάζ του το πρακτορείο Bloomberg.
Η γερμανική Rheinmetall, σημειώνει, χτίζει τρία εργοστάσια στην Ουγγαρία για την κατασκευή τανκς, πυρομαχικών και εκρηκτικών υλών. Αν και σε πρώτη φάση τα προϊόντα των εργοστασίων θα χρησιμοποιηθούν για την αναβάθμιση του εξοπλισμού των ουγγρικών ενόπλων δυνάμεων, τίθενται οι βάσεις για ανάπτυξη μιας ισχυρής βιομηχανίας όπλων, η οποία ο κ. Όρμπαν ελπίζει ότι σύντομα θα καταστεί εξαγωγική δύναμη.
Αλλά και τα εργοστάσια της Mercedes-Benz, της BMW και της Audi/Volkswagen έχουν ήδη προσφέρει ισχυρή τόνωση στην οικονομία της χώρας. Και όλα αυτά ενώ Ουγγαρία και Γερμανία βρίσκονται σε ηχηρή αντιπαράθεση.
Όπως όμως διαπιστώνει το Bloomberg, Ούγγροι αξιωματούχοι δεν κρύβουν την επιθυμία τους η προσέλκυση γερμανικών επενδύσεων να εξομαλύνει τις πολιτικές σχέσεις Βουδαπέστης- Βερολίνου, προκειμένου να ξεκλειδώσει χρηματοδότηση 30 δισεκατομμυρίων ευρώ η οποία έχει παγώσει λόγω των αιτιάσεων περί φαινομένων διαφθοράς και καταπάτησης του Κράτους Δικαίου εκ μέρους της κεντροευρωπαϊκής χώρας.
«Η αμυντική βιομηχανία θα προσθέσει λίγο ακόμη λάδι στην οικονομική μηχανή της χώρας, όπως έχει ήδη κάνει η αυτοκινητοβιομηχανία», δήλωσε χαρακτηριστικά στο Bloomberg o υπουργός Άμυνας της χώρας.
Εάν αυτό συμβεί, η Γερμανία (και η ΕΕ) μπορεί να εξακολουθήσει την αντιουγγρική ρητορική με αφορμή τον προϋπολογισμό της ΕΕ και τα δικαιώματα των LGBTQ, ενώ τα συμφέροντα των γερμανικών επιχειρηματικών κολοσσών θα έχουν τις καλύτερες σχέσεις με τον Ούγγρο Πρωθυπουργό και την κυβέρνησή του.
Το χρήμα δεν έχει μυρωδιά, γι’ αυτό άλλωστε πέρυσι, την ώρα που η ΕΕ πάγωνε τη χρηματοδότηση της Ουγγαρίας, η Mercedes-Benz και η BMW ανακοίνωναν τη συμμετοχή τους σε επενδύσεις 10 δισεκατομμυρίων στη χώρα, ενώ πλέον και η Rheinmetall επενδύει «τριψήφιο ποσό εκατομμυρίων ευρώ» στην Ουγγαρία.
Ολα γίνονται, επομένως, αρκεί να υπάρχει το κατάλληλο κίνητρο το οποίο θα ξεκλειδώσει τον διάλογο, θα αποστρέψει την κοινή γνώμη από τα πραγματικά τεκταινόμενα, θα καταλαγιάσει τις αντιδράσεις και θα ανοίξει τον δρόμο προς νέες συνεργασίες, ακόμη και αυτές που πριν από λίγο και από τα έξω έμοιαζαν απίθανες, αλλά είναι πλέον πραγματικές.